Διερεύνηση της ποιότητας των υπόγειων νερών στα όρια του δήμου Κιλκίς
Περίληψη
Η παρούσα διατριβή εστιάζει στη διερεύνηση της ποιότητας των υπόγειων νερών και στις υδροχημικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή του Δήμου Κιλκίς. Κριτήριο επιλογής της περιοχής αποτέλεσε το γεγονός ότι, ενώ ο Δήμος Κιλκίς, χαρακτηρίζεται φτωχός σε υδατικούς πόρους, με τα υπόγεια υδατικά συστήματα που τον απαρτίζουν να παρουσιάζουν, ως επί το πλείστον, ελλειμματικό ισοζύγιο και ποιοτική υποβάθμιση, από την άλλη, οι υδατικές του ανάγκες παρουσιάζονται μεγάλες. Συνεπώς, η συστηματική παρακολούθηση και αξιολόγηση της ποιότητας των υπόγειων υδάτων κρίνεται επιτακτική για τη βιωσιμότητα και ορθή διαχείριση των υπόγειων υδροφοριών. Η περιοχή έρευνας καταλαμβάνει έκταση περίπου 1600 km2, και το μέσο υψόμετρό της υπολογίζεται σε 303 m. Αποτελείται από οκτώ κύρια και δευτερεύοντα υπόγεια υδατικά συστήματα, τα οποία αναπτύσσονται εξ ολοκλήρου ή κατά μέρος στην επιφάνεια που οριοθετείται από τα όρια του Δήμου Κιλκίς. Για τη διερεύνηση της ποιότητας των υπόγειων υδάτων, δημιουργήθηκε ένα δίκτυο 102 σημείων δειγματοληψίας (γεωτρήσεων, πηγαδιών και πηγών), από τα οποία ελήφθησαν δείγματα κατά δύο περιόδους, την ξηρή του έτους 2013 και την υγρή περίοδο του 2014. Στα δείγματα αυτά, αναλύθηκαν πλήθος φυσικοχημικών παραμέτρων, κατιόντα και ανιόντα καθώς και κάποια βαρέα μέταλλα. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι η ποιότητα των υπόγειων νερών στο Δήμο Κιλκίς, διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή, εμφανίζοντας σχετικά παρόμοια σύσταση ανά υπόγειο υδατικό σύστημα. Γενικά, τα νερά χαρακτηρίζονται κυρίως ως ασβεστομαγνησιούχα και ασβεστομαγνησιούχα ανθρακικά. Το βόρειο τμήμα, αποτελείται από μαλακά νερά με υψηλές συγκεντρώσεις σε φθόριο, λόγω των γρανιτικών σχηματισμών που αναπτύσσονται σε αυτό. Ανατολικά της περιοχής έρευνας, απαντούν μικρής περατότητας ρωγματικοί σχηματισμοί (γνεύσιοι, αμφιβολιτες κ.λπ), στους οποίους αναπτύσσονται περιορισμένες υδροφορίες με σκληρά κυρίως νερά και κατά τόπους έντονα προβλήματα σε συγκεντρώσεις θειϊκών ιόντων, σιδήρου και μαγγανίου που ξεπερνούν πολλές φορές τα ανώτατα νομοθετικά όρια για το νερό ανθρώπινης κατανάλωσης. Τα προβλήματα αυτά αποδίδονται σε υδρόλυση πετρογενετικών και οξείδωση θειούχων ορυκτών που συναντώνται διάσπαρτοι μέσα στους γνεύσιους. Σε γηγενή προέλευση αποδίδονται και οι ποσότητες αρσενικού που εμφανίζονται σε έναν άξονα Βορρά-Νότου της ίδιας περιοχής (Σπουργίτι, Δίβουνο, Διπόταμος), χωρίς να αποκλείεται η επιβάρυνση των υδροφόρων συστημάτων με υπολείμματα φυτοφαρμάκων. Κεντρικά και νότια της περιοχής έρευνας, παρατηρούνται πολύ υψηλές συγκεντρώσεις σε νιτρικά ιόντα, μεγαλύτερες ανώτατου νομοθετικού ορίου και σχετικά υψηλές τιμές σε νάτριο και χλωριούχα. Η ύπαρξή τους αποδίδεται καθαρά σε ανθρωπογενή ρύπανση, καθώς στην περιοχή αναπτύσσονται έντονες αγροτικές δραστηριότητες με εκτεταμένη λίπανση και αποστράγγιση οικιακών λυμάτων στα χαλαρά τεταρτογενή ιζήματα που δομούν την περιοχή αυτή. Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν την ανάγκη εφαρμογής ορθών γεωργικών πρακτικών και περιβαλλοντικών μέτρων που θα περιορίσουν την ανθρωπογενή ρύπανση αλλά και την ανάγκη στροφής προς εκμετάλλευση των επιφανειακών υδάτων, κυρίως σε περιοχές του Δήμου όπου το υπόγειο υδατικό δυναμικό είναι περιορισμένο και υποβαθμισμένο λόγω φυσικών διεργασιών.
Πλήρες Κείμενο:
PDFΕισερχόμενη Αναφορά
- Δεν υπάρχουν προς το παρόν εισερχόμενες αναφορές.