Αρχαιομαγνητική μελέτη από την Σωστική αρχαιολογική ανασκαφή της οδού Γιαννιτσών Θεσσαλονίκης
Περίληψη
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί η αρχαιομαγνητική μελέτη κλιβάνου από την σωστική αρχαιολογική ανασκαφή στη συμβολή των οδών Γιαννιτσών και Μαζαράκη - Καβάλας στη Θεσσαλονίκη κατά το 2010. Διερευνάται η διεύθυνση του διανύσματος του γήινου μαγνητικού πεδίου κατά την περίοδο την οποία οι πλίνθοι απέκτησαν παραμένουσα μαγνήτιση λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, με σκοπό την εξακρίβωση της μεταβολής του γεωμαγνητικού πεδίου κατά το παρελθόν σε εκείνη τη περιοχή. Οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν είναι, αρχικά η μέτρηση της φυσικής παραμένουσας μαγνήτισης (NRM) των δειγμάτων. Στη συνέχεια η σταδιακή απομαγνήτισή τους με εναλλασσόμενο πεδίο. Επίσης, πραγματοποιήθηκε το πείραμα της ισόθερμης παραμένουσας μαγνήτισης (IRM) κατά το οποίο εξετάζεται η αύξηση της μαγνήτισης που δημιουργείται σε ένα σώμα όταν σε αυτό εφαρμοσθεί μαγνητικό πεδίο αυξανόμενης ισχύος. Όταν αυτή σταματήσει να αυξάνεται σημαίνει ότι το σώμα έχει μαγνητικά κορεστεί. Η σταδιακή απομαγνήτιση σε συνδυασμό με την IRM χρησιμοποιήθηκαν στα πλαίσια του τεστ των Lowrie και Fuller (1971). Με το τεστ αυτό μπορούμε να ταυτοποιήσουμε το είδος των κόκκων ανάλογα με τον αριθμό των μαγνητικών περιοχών τους. Το δείγμα υπόκειται σε σταδιακή απομαγνήτιση, έπειτα κορένεται αμέσως με τη βοήθεια της συσκευής απόκτησης της IRM και απομαγνητίζεται ξανά. Στη συνέχεια, υπόκειται σε σταδιακή αύξηση της μαγνήτισης του (τεχνητή IRM). Τέλος, οι τρεις αυτές καμπύλες μετατρέπονται σε ποσοστό % της μεταβολής της μαγνήτισης.
Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί η αρχαιομαγνητική μελέτη κλιβάνου από την σωστική αρχαιολογική ανασκαφή στη συμβολή των οδών Γιαννιτσών και Μαζαράκη - Καβάλας στη Θεσσαλονίκη κατά το 2010. Διερευνάται η διεύθυνση του διανύσματος του γήινου μαγνητικού πεδίου κατά την περίοδο την οποία οι πλίνθοι απέκτησαν παραμένουσα μαγνήτιση λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, με σκοπό την εξακρίβωση της μεταβολής του γεωμαγνητικού πεδίου κατά το παρελθόν σε εκείνη τη περιοχή. Οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν είναι, αρχικά η μέτρηση της φυσικής παραμένουσας μαγνήτισης (NRM) των δειγμάτων. Στη συνέχεια η σταδιακή απομαγνήτισή τους με εναλλασσόμενο πεδίο. Επίσης, πραγματοποιήθηκε το πείραμα της ισόθερμης παραμένουσας μαγνήτισης (IRM) κατά το οποίο εξετάζεται η αύξηση της μαγνήτισης που δημιουργείται σε ένα σώμα όταν σε αυτό εφαρμοσθεί μαγνητικό πεδίο αυξανόμενης ισχύος. Όταν αυτή σταματήσει να αυξάνεται σημαίνει ότι το σώμα έχει μαγνητικά κορεστεί. Η σταδιακή απομαγνήτιση σε συνδυασμό με την IRM χρησιμοποιήθηκαν στα πλαίσια του τεστ των Lowrie και Fuller (1971). Με το τεστ αυτό μπορούμε να ταυτοποιήσουμε το είδος των κόκκων ανάλογα με τον αριθμό των μαγνητικών περιοχών τους. Το δείγμα υπόκειται σε σταδιακή απομαγνήτιση, έπειτα κορένεται αμέσως με τη βοήθεια της συσκευής απόκτησης της IRM και απομαγνητίζεται ξανά. Στη συνέχεια, υπόκειται σε σταδιακή αύξηση της μαγνήτισης του (τεχνητή IRM). Τέλος, οι τρεις αυτές καμπύλες μετατρέπονται σε ποσοστό % της μεταβολής της μαγνήτισης.
Πλήρες Κείμενο:
PDFΕισερχόμενη Αναφορά
- Δεν υπάρχουν προς το παρόν εισερχόμενες αναφορές.