Παραγωγή και εφαρμογές εμπορικών τύπων βωξίτη κλεισούρας και μαγνησίτη Γερακινής.
Περίληψη
Ο βωξίτης και ο μαγνησίτης αποτελούν δυο από τα πιο σημαντικά προϊόντα της ελληνικής μεταλλευτικής βιομηχανίας, με μεγάλο μερίδιο στις εξαγωγές του κλάδου. Η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη παραγωγός βωξίτη και η μεγαλύτερη χώρα εξαγωγής μαγνησίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η εκμετάλλευση κοιτασμάτων βωξίτη ξεκίνησε το 1925 στην περιοχή του Παρνασσού, ενώ αυτή του μαγνησίτη το 1912 στο Βάβδο Χαλκιδικής. Η έννοια της αξίας είναι βασική στα οικονομικά των ορυκτών πόρων, όπως άλλωστε και σε όλους τους κλάδους των οικονομικών. Η έννοια της αξίας έχει μια ιδιαιτερότητα στην περίπτωση των ορυκτών πόρων επειδή είναι μη ανανεώσιμοι. Επίσης, ιδιαίτερη σημασία έχει η έννοια της προσφοράς ορυκτών πρώτων υλών στην αγορά η οποία επηρεάζεται από τη γεωγραφική κατανομή των κοιτασμάτων, το βάθος στο οποίο βρίσκονται, την ποιότητά τους και τα αποθέματά τους. Η περιφερειακή ανάπτυξη επηρεάζεται από την παρουσία μεταλλευτικών βιομηχανιών, καθώς προσελκύουν δευτερογενείς επενδύσεις, αυξάνουν την τοπική απασχόληση και την οικονομική ευημερία. Οι επενδύσεις στο μεταλλευτικό κλάδο επηρεάζονται από τη μεταλλευτική πολιτική του κράτους, τις συνθήκες της αγοράς, το τοπικό δίκτυο μεταφορών, τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, τη νομοθεσία και τέλος την ποσότητα και ποιότητα του εργατικού δυναμικού. Το κύριο σημείο κάθε σύγχρονης μεταλλευτικής πολιτικής είναι η αειφορία της εξόρυξης. Ωστόσο η έννοια της αειφορίας μπορεί να είναι αμφίσημη. Για έναν επιχειρηματία μπορεί να σημαίνει εξόρυξη λαμβάνοντας υπόψη την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ για κάποιον άλλο μπορεί να σημαίνει αποφυγή κάθε δραστηριότητας εξόρυξης. Η πραγματικότητα ωστόσο θα πρέπει να προκύπτει από τη σύνθεση και των δυο παραπάνω απόψεων και να εξορύσσεται η άριστη ποσότητα μεταλλεύματος. Ιστορικά η παγκοσμιοποίηση της αγοράς μεταλλευμάτων έχει βοηθήσει την προσφορά μεταλλευμάτων στο να συμβαδίζει με τη ζήτηση, αν και οι τιμές συνεχώς μειώνονται, όπως και η κρατική συμμετοχή στις μεταλλευτικές επιχειρήσεις. Ο μεταλλευτικός – λατομικός κλάδος της Ελλάδος χαρακτηρίζεται από έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό. Η συμμετοχή των επιχειρήσεων εξόρυξης, επεξεργασίας, 105τυποποίησης και παραγωγής τελικών και ενδιάμεσων προϊόντων από ορυκτές πρώτες ύλες στο Α.Ε.Π. της χώρας ανέρχεται σε σημαντικό ποσοστό. Με στόχο την αντιμετώπιση των προκλήσεων της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εκσυγχρονίσουν την παραγωγή τους, να διεισδύσουν σε νέες αγορές και να ανακαλύψουν νέα προϊόντα σε καινοτόμες χρήσεις. Ο ελληνικός βωξίτης χαρακτηρίζεται από μοναδικά πλεονεκτήματα, όπως είναι η υψηλή περιεκτικότητά του σε Al 2 Ο 3 , η χαμηλή περιεκτικότητα σε CaO, η χαμηλή απώλεια πύρωσης και η χαμηλή περιεκτικότητα του βωξίτη σε υγρασία σε σχέση με τους κυριότερους ανταγωνιστές (Γουινέα, Αυστραλία, Τζαμάικα, Βραζιλία και Κίνα). Αντίθετα, οι ελληνικοί βωξίτες μειονεκτούν στο ότι περιέχουν υψηλά ποσοστά SiO 2 , γεγονός που αυξάνει τη σκληρότητά τους και δυσκολεύει την επεξεργασία τους. Το επικρατέστερο ορυκτό των δειγμάτων που αναλύθηκαν είναι το διάσπορο (74-95%). Στο δείγμα Β-2 προσδιορίστηκαν επίσης μπαιμίτης και γκιψίτης (2% και 9%, αντίστοιχα). Προσδιορίστηκε ακόμη αμεσίτης και αιματίτης, η μέση περιεκτικότητα των οποίων είναι 3% και 5%, αντίστοιχα. Στο δείγμα Β-6 εντοπίστηκε ασβεστίτης σε σημαντικό ποσοστό (20%), ενώ στο δείγμα Β-2 το ποσοστό του είναι μικρό (2%). Τέλος, μόνο στο δείγμα Β-2 προσδιορίστηκε ανατάσης (8%). Η μέση χημική σύσταση των δειγμάτων βωξίτη που αναλύθηκαν είναι: 54,81% Al 2 O 3 , 19,94% Fe 2 O 3 , 7,34 SiO 2 , 0,98% CaO και η μέση απώλεια πύρωσης 12,83%. Η μέση σύσταση των δειγμάτων σε ιχνοστοιχεία είναι: 450 ppm Ni, 54,29 ppm Zn και 37,14 ppm Sr. Τα πλεονεκτήματα του ελληνικού ακατέργαστου λευκολίθου σε σχέση με αυτά του ανταγωνισμού είναι η χαμηλή περιεκτικότητα σε Fe και η υψηλή λευκότητα. Η ελληνική δίπυρη μαγνησία πλεονεκτεί του ανταγωνισμού, καθώς χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα χαμηλή περιεκτικότητα σε Fe και από υψηλό ειδικό βάρος, χαμηλό πορώδες και χαμηλή ενυδάτωση. Η έρευνα και ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων προσβλέπει στην ανακάλυψη νέων χρήσεων για τα προϊόντα του μαγνησίου, όπως τα επιβραδυντικά καύσης, βυρσοδεψία και περιβαλλοντικές χρήσεις. 106Όλα τα δείγματα περιέχουν από 94% έως 99% μαγνησίτη. Η μέση περιεκτικότητά τους σε αργιλικά ορυκτά είναι 2% και αθροιστικά σε χαλαζία και δολομίτη περίπου 1%. Η μέση χημική σύσταση των δειγμάτων μαγνησίτη που αναλύθηκαν είναι: 43,74% MgO, 4,25% SiO 2 , 0,21% Fe 2 O 3 και απώλεια πύρωσης 50,08%. Μεταξύ των ιχνοστοιχείων, η μέση περιεκτικότητα των δειγμάτων σε Ni είναι 365,46 ppm, ενώ οι περιεκτικότητες σε Zn, Ba και Sr είναι κάτω από το όριο ανίχνευσης. Στον τομέα του βωξίτη όπου δραστηριοποιούνται οι εταιρείες S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε., Δελφοί Δίστομον Α.Μ.Ε. και ΕΛΜΙΝ Α.Ε., η συνολική παραγωγή το 2005 ανήλθε στους 2.490.000 τόνους περίπου. Από αυτούς περισσότεροι από 900.000 τόνοι κατευθύνθηκαν σε αγορές του εξωτερικού, κυρίως σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και στις Η.Π.Α. Στην εγχώρια αγορά ο κύριος καταναλωτής είναι η εταιρεία Αλουμίνον της Ελλάδος με ετήσιο ρυθμό 1.500.000 τόνων. Η εταιρεία παράγει ένυδρη αλουμίνα και αλουμίνιο. Η Αλουμίνιον της Ελλάδος αποτελεί τη μητρική εταιρεία της Δελφοί Δίστομον Α.Μ.Ε. Η S&B Bιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε. αποτελεί τη μητρική εταιρεία ενός επιχειρηματικού Ομίλου, με σημαντική διεθνή παρουσία και δραστηριότητα και ηγετικές θέσεις στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται, σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια ματιά στον κύκλο εργασιών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο χώρο του βωξίτη μας επιτρέπει να συμπεράνουμε πως η S&B έχει διαχρονικά τον υψηλότερο κύκλο εργασιών από τις υπόλοιπες δυο εταιρείες του κλάδου. Αυτό προφανώς οφείλεται στο ότι η εταιρεία δεν δραστηριοποιείται αποκλειστικά στο χώρο του βωξίτη, σε αντίθεση με την ΕΛΜΙΝ και την Δελφοί Δίστομον. Από την άλλη η ΕΛΜΙΝ έχει το μικρότερο κύκλο εργασιών, αλλά αυτός παρουσιάζει μια διαρκή ανοδική τάση. Η αποδοτικότητα κεφαλαίου και συνεπώς η αποτελεσματικότητα της διοίκησης της S&B είναι η υψηλότερη του κλάδου του βωξίτη, ενώ η ΕΛΜΙΝ παρουσιάζει τη χαμηλότερη αποδοτικότητα. Αξιοσημείωτο είναι πως το 2004 η αποδοτικότητα κεφαλαίου της εταιρείας είναι ισχνή (0,0077). Η εταιρεία Δελφοί Δίστομον υπερτερεί των άλλων δυο εταιρειών του κλάδου σε ό,τι αφορά το δείκτη οικονομικής αυτοτέλειας κατά τα έτη 1999, 2001 και 2004, η S&B κατά το έτος 2000 και η ΕΛΜΙΝ κατά τα έτη 2002 και 2003. Τέλος, μόνον η εταιρεία Δελφοί Δίστομον φαίνεται πως το διάστημα 1999-2004 είχε τη δυνατότητα κάλυψης των επενδύσεών της με ίδια κεφάλαια, ενώ στο συγκεκριμένο τομέα μόνο κατά το 2004 η S&B υπερτερεί της ΕΛΜΙΝ.Η εταιρεία Ελληνικοί Λευκόλιθοι, η μοναδική παραγωγός προϊόντων μαγνησίτη στην Ελλάδα μετά το κλείσιμο κατά τη δεκαετία του 1990 της Viomagn (πρώην Fimisco) και της Magnomin Gemco οι οποίες εκμεταλλευόταν τα κοιτάσματα μαγνησίτη της Β. Εύβοιας και του Βάβδου αντίστοιχα, απετέλεσε και για το 2005 τη μεγαλύτερη εξαγωγική επιχείρηση μαγνησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αποδοτικότητα κεφαλαίου της εταιρείας Ελληνικοί Λευκόλιθοι Α.Ε. ακολουθεί μια φθίνουσα πορεία, γεγονός που φανερώνει φθίνουσα αποτελεσματικότητα. Η δυνατότητα ανταπόκρισης της εταιρείας στις υποχρεώσεις της έχει μειωθεί πολύ σε σχέση με το επίπεδο των ετών 1999-2000, εντούτοις παραμένει σταθερή τα έτη 2003-2004. Τέλος, η δυνατότητα της εταιρείας να χρηματοδοτεί τις επενδύσεις της με ίδια κεφάλαια παρουσιάζει διαχρονικά μια μείωση, χωρίς όμως αυτό να θέτει σε κίνδυνο την υγιή χρηματοδότηση των επενδύσεων και την οικονομική ασφάλεια για την επιχείρηση. Η πτώση αυτή πιθανό να οφείλεται στα μεγάλα επενδυτικά προγράμματα της εταιρείας με σκοπό τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής. Σε μια προσπάθεια διευκρίνησης των παραγόντων που επηρεάζουν τις εξαγωγές του ακατέργαστου βωξίτη και μαγνησίτη, επιλέχθηκαν σύμφωνα με την οικονομική θεωρία ο όγκος της παραγωγής, οι τιμές, το κόστος επεξεργασίας και μεταφοράς, οι συναλλαγματικές ισοτιμίες και ο ρυθμός ανάπτυξης των χωρών που εισάγουν τα εμπορεύματα ως ανεξάρτητες μεταβλητές, και ο όγκος των εξαγωγών ως εξαρτημένη μεταβλητή του υποδείγματος με στατιστικά στοιχεία από το 1980 έως το 2005. Σχετικά με το βωξίτη, όλες οι παραπάνω ανεξάρτητες μεταβλητές είναι στατιστικά σημαντικές, εκτός από τη μεταβλητή που αντιπροσωπεύει το κόστος επεξεργασίας και μεταφοράς. Στο υπόδειγμα των εξαγωγών του μαγνησίτη, στατιστικά ασήμαντες είναι μόνο οι μεταβλητές που αντιπροσωπεύουν τους ρυθμούς μεγέθυνσης των κύριων αγορών του (χώρες της Ε.Ε. και Η.Π.Α.).
Bauxite and magnesite are two of the most important commodities of Greek mining industry. Greece is the largest bauxite producer and magnesite exporter of the European Union. The exploitation of bauxite ores in Greece begun in 1925 in the Parnassus area, while that of magnesite in 1912 at Vavdos, Chalkidiki. The concept of value as far as minerals are concerned is not conventional because of the non – renewability of mineral resources. There are many aspects on the above subject that have been formulated by several economists. Another important subject of mineral economics is the supply of mineral products, which is affected by the geographical distribution of mineral deposits, the depth of their appearance, their quality, the size of the deposit, the cost of mining, the market demand and the cost of mining and exploitation of the deposit. Regional development is also influenced by the presence of mining industries in an area, as it attracts the flow of secondary investments and also increases the local rates of prosperity. Mineral investments are influenced by the mineral policy of the state, the market conditions, the local transportation infrastructure, the exchange rates, the local laws and finally by the quantity and quality of the local labor. The main point of every modern mineral policy is the sustainability of mining. However the general concept is to protect the environment as well as exploit the optimum part of a mineral deposit. The globalization of mineral market has helped the mineral supply meet the mineral demand, while the state is withdrawing from the mining branch. The mineral industry of Greece is mainly export orientated. In order to meet the demand of the globalised mineral market, Greek mining industries have to modernize their production, infiltrate to new markets and discover new and more effective products. Greek bauxite offers high concentration of Al 2 Ο 3 , low of CaO, low loss of ignition and low humidity comparing to the largest bauxite exporters of the globe (Guinea, Australia, Jamaica, Brazil and China). However Greek bauxite has the disadvantage of high SiO 2 concentration, which makes it difficult to process. The most common mineral of the bauxite studied is diaspore (74-95%). In B-2 sample boehmite and diaspore was also detected (2% and 9% respectively), as well as anatase (8%) and calcite (2%). Amesite and hematite were detected with an average concentration of 3% and 5% respectively. Finally, sample B-6 contains a high amount of calcite (20%). The average chemical composition of the bauxite samples is: 54,81% Al 2 O 3, 19,94% Fe 2 O 3 , 7,34% SiO 2 , 0,98% CaO and 12,83% loss of ignition. The average concentration of trace elements is: 450 ppm Ni, 54,29 ppm Zn and 37,14 ppm Sr. The benefits of Greek raw magnesite mined on Gerakini are the low concentration of Fe and the high whiteness. The Greek caustic calcined magnesia is of high quality because of its low Fe concentration, of its special characteristics given during calcination, like high specific gravity, low porosity and low hydration. Research and development aims to find new applications for the magnesite commodities, like flame retardants and environmental uses. All of the magnesite samples contain 94% to 99% magnesite. The average concentration of total clay minerals is 2% and that of the sum quartz and dolomite is 1%. The average chemical composition of the magnesite samples is: 43,74% MgO, 4,25% SiO 2 , 0,21% Fe 2 O 3 and 50,08% loss of ignition. The average concentration of the trace element Ni is 365,46 ppm. The concentrations of Zn, Ba and Sr are below detection limits. Today there are three mining industries that mine bauxite in Greece. These are S&B industrial minerals S.A., Delphi Distomo S.A. and ELMIN S.A. The main export target of Greek bauxite is European Union countries and former Soviet countries like Russia, Ukraine and Romania. The main domestic consumer is Aluminum of Greece S.A. S&B industrial minerals S.A. is one of the largest mining industries globally, owning mines n Germany, Georgia, Bulgaria and Hungary. Moreover S&B has the highest turnover, capital profitability and management efficiency of all the Greek mining industries. Finally Delphi Distomo has advantage over the other two industries as far as the financial affordability and independence is concerned. The only magnesite mining industry after the shutdown of Viomagn in 1990 is Grecian Magnesite S.A., which is the largest exporter of magnesia in the European Union. The capital profitability and management efficiency of the industry is declining from 1999 to 2004. The financial affordability and independence is low but this is probably due to the large investments in new technologies of the industry. An attempt to elucidate the factors affecting the exports of raw bauxite and magnesite should include the study of the volume of production, the price, the cost of extraction and transport, the exchange rate and the growth rate of the country that imports the commodity. Panel – data methodology has been used for time series for each of the above variables from 1980 to 2005, adopting exports in tones as the dependent variable. As far as bauxite is concerned, all of the above independent variables are likely to be statistically significant, except of the cost of extraction and transport, represented by the oil price volatility. As far as magnesite is concerned, the growth rates of the main importers of magnesite (E.U. countries and U.S.A.) seem to be statistically insignificant, while the rest of the variables are likely to be statistically significant.
Πλήρες Κείμενο:
PDFΕισερχόμενη Αναφορά
- Δεν υπάρχουν προς το παρόν εισερχόμενες αναφορές.